Το Νιχώρι

Ξένε σαν 'δης ένα χωριό όπου γελάει η φύσις,
κ' εις κάθε πλάτανο κοντά που κρύπτεται μια κόρη
ωραία σαν το τριαντάφυλλο - εκεί να σταματήσης·
                 έφθασες, ξένε, στο Νιχώρι.

Κι' όταν το βράδυ έλθη, αν βγης έξω να περπατήσης
και βρης εμπρός σου καρυδιαίς, στον δρόμο μη προχώρει
του ταξειδιού σου πια. Αλλού ποιον τόπο θα ζητήσης
                 καλλείτερον απ' το Νιχώρι.

Τέτοια δροσιά δεν έχουνε αλλού στον κόσμο η βρύσεις,
των λόφων του την αρχοντιά αλλού δεν έχουν όρη·
και με της γης την μυρωδιά μονάχα θα μεθύ[σης,]
                 ολίγο αν μείνης στο Νιχώρι.

Την πρασινάδα που θα 'δης εκεί να μην ελπίσης
που σ' άλλο μέρος θα την βρης. Απ' το βουνό θεώρει
τους κάμπους κάτω και ειπέ πως να μην αγαπήσης
                 αυτό μας το μικρό Νιχώρι.

Πως αγαπώ υπερβολαίς, ώ ξένε, μη νομίσης.
Υπάρχουν τόποι εύφοροι πολλοί και καρποφόροι.
Πλην έχουν κάτι χωριστό και συ θα ομολογήσης,
                 καρποί και άνθη στο Νιχώρι.

Εάν στης Κουμαριώτισσας της Παναγίας θελήσης
την εκκλησία να μπης μ' εμέ, φανατικός συγχώρει
αν ήμ' εκεί. Άλλην θαρρώ χάριν η παρακλήσεις
                 έχουνε στο πιστό Νιχώρι.

Αν δε να μείνης δεν 'μπορείς, πριν, ξένε, αναχωρήσεις
πρέπει να πας μια Κυριακή στην σκάλα στου Γρηγόρη·
ειρήνη, νειάτα, και χαρά θα 'δης, και θα εννοήσης
                 τι είναι αυτό μας το Νιχώρι.

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης

Back to [ Menu | Main Page ]